Όταν η Βαλτιμόρη βυθίζεται ξανά στην εγκληματικότητα μια επίλεκτη ομάδα παρασημοφορημένων αστυνομικών αναλαμβάνει ειδικές αρμοδιότητες για να περιοριστεί ο ιλιγγιώδης αριθμός των δολοφονιών.
Ωστόσο, λίγα χρόνια αργότερα και μετά από πλήθος επαίνων για την αποτελεσματικότητά τους, μια ομοσπονδιακή έρευνα θα οδηγήσει σε συνταρακτικές αποκαλύψεις. Παρότι ένστολοι, στην πραγματικότητα τα μέλη της ήταν οι ίδιοι κακοποιοί που διακινούσαν ναρκωτικά, λήστευαν, εκβίαζαν, κατασκεύαζαν στοιχεία και έστελναν αθώους στη φυλακή.
Με την υπόθεση αυτή συνοπτικά, το We Own This City του αστυνομικού συντάκτη της Baltimore Sun Τζάστιν Φέντον θα μπορούσε να αποτελεί μια τυπική ιστορία αστυνομικής ταινίας με φιλοδοξίες για το box office.
Το εντυπωσιακό όμως είναι ότι πρόκειται για την αληθινή ιστορία της ειδικής ομάδας εντοπισμού όπλων της αστυνομίας της Βαλτιμόρης, της διαβόητης πλέον Gun Trace Task Force (GTTF) η οποία είδε το 2017 τα μέλη της να καταδικάζονται σε ποινές που έφτασαν τα 25 χρόνια.
Γραμμένο σαν υψηλού επιπέδου αστυνομικό μυθιστόρημα, το We Own This City κερδίζει τον αναγνώστη από τις πρώτες σελίδες καλλιεργώντας ένταση, αγωνία και προσμονή για τις εξελίξεις στο κουβάρι της διαφθοράς που ξετυλίγει, ακόμα και για όσους γνωρίζουν ήδη την κατάληξη της υπόθεσης.
Δεν πρόκειται όμως για μια ιστορία απλώς βρώμικων μπάτσων, με τον Φέντον να προχωρά βαθύτερα σκιαγραφώντας συνολικά το κοινωνικό και πολιτικό πλαίσιο που παρείχε τις συνθήκες για να ευδοκιμήσει η δράση της GTTF.
Έτσι μετά από μία σύντομη κινηματογραφική εισαγωγή που μας πάει προς το τέλος της υπόθεσης, με την αθώωση ενός αφροαμερικανού που έμεινε άδικα επτά χρόνια στη φυλακή, το βιβλίο ξεκινά ουσιαστικά με μια ιστορική αναδρομή στη Βαλτιμόρη και τις επιπτώσεις της διαχρονικής εγκληματικότητας.
Για να αποκτήσουμε εικόνα της κατάστασης, έπειτα από δεκαετίες με στόχο τον περιορισμό των βίαιων εγκλημάτων και τελικά μια μικρή πτώση στα τέλη του ‘80, το 1995 ο αριθμός των ανθρωποκτονιών σε μία πόλη μόλις 600.000 κατοίκων εκτινάχθηκε στις 342. Ενδεικτικά, στην Ελλάδα των 10 εκατομμυρίων ο ετήσιος αριθμός είναι γύρω στις 30 με 40.
Αφετηριακό σημείο της υπόθεσης αποτελεί ο θάνατος του 25χρόνου αφροαμερικανού Φρέντι Γκρέι ενώ τελούσε υπό αστυνομική κράτηση, γεγονός που πυροδοτεί έντονες αναταραχές για μέρες σε έναν προπομπό του κινήματος Black Lives Matter που κλιμακώθηκε πέντε χρόνια αργότερα σε πανεθνικό επίπεδο με τη δολοφονία του Τζορτζ Φλόιντ.
Στον απόηχο των γεγονότων και μετά την παραπομπή σε δίκη αστυνομικών που τελικά αθωώθηκαν, η ήδη αναποτελεσματική αστυνομία της πόλης αποστασιοποιείται περισσότερο, η διακίνηση ναρκωτικών και τα βίαια εγκλήματα εκτινάσσονται και οι πολιτικοί προϊστάμενοι αναζητούν ξανά στρατηγικές καταπολέμησης της εγκληματικότητας.
Έτσι, με βασικό πρόσωπο τον παρασημοφορημένο Γουέιντ Τζένκινς συστήνεται μια νέα επίλεκτη μονάδα αστυνομικών με πολιτικά, της οποίας η αποστολή είναι να εντοπίζει τα παράνομα όπλα και να τα αποσύρει από τους δρόμους.
Οι επιτυχίες της Gun Trace Task Force θα την καταστήσουν γρήγορα το «καμάρι» της αστυνομικής δύναμης της Βαλτιμόρης, ο ίδιος ο Τζένκινς θα γίνει αγαπημένο παιδί των διοικητών, αλλά μία τυχαία προσπάθεια παγίδευσης του αυτοκινήτου ενός εμπόρου ναρκωτικών από συναδέλφους του θα οδηγήσει σε απρόοπτες εξελίξεις.

Συγκεκριμένα, οι αστυνομικοί που επιχειρούν να παγιδεύσουν το όχημα εντοπίζουν ότι είναι παγιδευμένο ήδη. Ο «κοριός» που βρίσκουν οδηγεί σε αστυνομικό της GTTF, ωστόσο στο σύστημα δεν υπάρχει καταχωρημένη κάποια τρέχουσα έρευνα κατά του στόχου. Ακόμα περισσότερο, παρόλο που αφαιρούν τον «κοριό» ο αστυνομικός που τον είχε τοποθετήσει – προς έκπληξη όλων – δεν τους απευθύνεται για να τον αναζητήσει.
Κάτι που θα εξηγηθεί αργότερα από το γεγονός ότι το όχημα είχε παγιδευτεί στα πλαίσια «προσωπικής» και όχι αστυνομικής δράσης. Δηλαδή για να παρακολουθεί η GTTF τον έμπορο ναρκωτικών προκειμένου μέλη της να του κλέψουν χρήματα αλλά και ναρκωτικά, τα οποία θα πουλούσαν μετά οι ίδιοι.
Έτσι πάντως ξεκίνησε η εσωτερική έρευνα που αποκάλυψε σε πλήρη έκταση την πραγματική δράση της GTTF, η οποία περιλάμβανε μεταξύ άλλων ένοπλες ληστείες, διακίνηση ναρκωτικών, εκβιασμούς, διαρρήξεις σπιτιών, ενοχοποίηση αθώων, παραποίηση αποδεικτικών στοιχείων και που κατέληξε το 2017 σε ποινές φυλάκισης από 10 έως 25 έτη για οκτώ μέλη της.
Στο σημείο αυτό βέβαια, κάποιος ίσως πει «ναι εντυπωσιακή υπόθεση, αλλά… γιατί να ενδιαφέρει οποιονδήποτε στην Ελλάδα του 2022 και ειδικά τόσο εκτενώς;».
Και με αυτό τον τρόπο θα είχε παγιδευτεί ο ίδιος, αποκαλύπτοντας ότι δεν έχει γνώση της κορυφαίας – κατά τη δική μας ταπεινή άποψη αλλά και της πιο σεβαστής των κριτικών – πολιτισμικής προσφοράς που έχει παρουσιάσει στην ιστορία της η μικρή οθόνη.
Αντίθετα, όσοι έχουν βιώσει την εν λόγω τηλεοπτική – και όχι μόνο – εμπειρία, κατά πάσα πιθανότητα θα έχουν διακρίνει ήδη τα χαρακτηριστικά συστατικά στοιχεία.
Βαλτιμόρη, ναρκωτικά, συστημική διαφθορά. Ο λόγος φυσικά για το The Wire και οι όποιες ομοιότητες… μάλλον δεν είναι τυχαίες.
Αρχικά να αναφέρουμε ότι ο δημιουργός του The Wire, Ντέιβιντ Σάιμον (επίσης πρώην αστυνομικός συντάκτης στην Βαλτιμόρη) ήταν αυτός που παρότρυνε τον Φέντον να συγκεντρώσει την υπόθεση σε βιβλίο. Επιπλέον τον έφερε σε επαφή με τον λογοτεχνικό του ατζέντη προκειμένου να τον βοηθήσει παρέχοντας τις γενικές κατευθύνσεις.
Αυτό που έχει περισσότερη σημασία όμως – και χαράς ευαγγέλια για τους απανταχού φανατικούς – είναι ότι ο Σάιμον επιστρέφει μαζί την υπόλοιπη ομάδα του The Wire για να μεταφέρει το We Own This City στην τηλεόραση, σε μία μίνι σειρά της ΗΒΟ.
Πρόσφατα μάλιστα ο ίδιος αποκάλυψε ότι η πρεμιέρα, καθόλου τυχαία προφανώς, θα γίνει την εβδομάδα μετά την φετινή επέτειο του θανάτου του Φρέντι Γκρέι (12 Απριλίου 2015).
ΥΓ. Αναγνωρίζετε κάποιον από τους δύο;
Οι μικρούληδες Ντικουάν και Ντόνατ του The Wire (Ζερμέν Κρόφορντ και Νέιθαν Κόρμπετ) μεγάλωσαν και συγκαταλέγονται στις οικείες παρουσίες που θα έχει το We own this city.
ΥΓ2. Το κείμενο αφιερώνεται σε καλή φίλη και συνοδοιπόρο στις καλλιτεχνικές επισκέψεις στην Βαλτιμόρη, εν αναμονή της επικείμενης νέας μας βόλτας.
Αφήστε μια απάντηση