Πώς οι τρόποι καλής συμπεριφοράς διαμόρφωσαν τον κόσμο

Πώς οι τρόποι καλής συμπεριφοράς διαμόρφωσαν τον κόσμο

Κοπιάστε! Ας μπούμε σε μια αίθουσα συμποσίων του πρώιμου Μεσαίωνα και ας καθίσουμε να απολαύσουμε το δείπνο. Στη μία άκρη του τραπεζιού βρίσκεται ένα γουρούνι ψημένο στη σούβλα, το οποίο μας κοιτάζει… παράξενα. Στην άλλη άκρη βρίσκονται αγριόχηνες προς βρώση δίχως βγαλμένα τα φτερά. Οι σύντροφοί μας στο δείπνο μυρίζουν τις πιατέλες με τα εδέσματα και ρουθουνίζουν επιδοκιμαστικά.

     Ο οικοδεσπότης τεμαχίζει το κρέας και το αφήνει κάτω. Καθένας κρατάει μαχαίρι (το μοναδικό «σερβίτσιο» που διατίθεται στο τραπέζι) με το ένα χέρι και με το ελεύθερο χέρι αρπάζει ένα κομμάτι κρέας. Μπουκώνεται και το μασάει με ανοιχτό στόμα. Αφού μασήσει και δοκιμάσει το κομμάτι, εάν δεν το βρίσκει νόστιμο, επιστρέφει το μασημένο κρέας στην πιατέλα ώστε να το δοκιμάσει κάποιος άλλος.

     Η σούπα τοποθετείται σε κοινόχρηστο βαθύ πιάτο∙ μπορούμε είτε να την πιούμε κατευθείαν από το σκεύος είτε να χρησιμοποιήσουμε το μοναδικό διαθέσιμο κουτάλι. Μοιραζόμαστε επίσης, ένα (κοινό) ποτήρι κρασί από όπου μπορούμε να πιούμε όταν έρθει η σειρά μας.

     Ο συνδαιτυμόνας που βρίσκεται στα δεξιά κάνει περιστασιακές παύσεις για να φυσήξει τη μύτη στα δάχτυλά του και να σκουπίσει τα λιπαρά, μυξιασμένα του χέρια στο πουκάμισό του. Ο άντρας στα αριστερά φτύνει κατά διαστήματα επάνω στο τραπέζι. Στην αίθουσα γίνεται πολύς θορύβους ─όχι μονάχα από ρουθουνίσματα, γλύψιμο, φύσημα και μάσημα─ αλλά και από τον ήχο «αερίων» που βγαίνουν ανεμπόδιστα.

***

Για τη σύγχρονη εποχή, και μόνο η σκέψη αυτού του δείπνου είναι αποτρόπαιη.

     Κάτι άλλαξε στην πάροδο των αιώνων ώστε αυτή η προηγούμενη εικόνα να μας είναι αδιανόητη. Οπωσδήποτε, οφείλεται στις γνώσεις μας περί υγιεινής. Όμως, οι τρόποι συμπεριφοράς κατά τη διάρκεια του δείπνου άρχισαν να αλλάζουν ήδη από τον Μεσαίωνα, και σε μεγάλο βαθμό, αυτό που θεωρούμε σύγχρονο εθιμοτυπικό συμπεριφοράς κατά τη διάρκεια του γεύματος έχει καθιερωθεί από την Αναγέννηση – δηλαδή, πολύ πριν ανακαλυφθεί και γίνει ευρέως γνωστή η σχέση μεταξύ μικροβίων και μολύνσεων.

     Επιπλέον, το γεγονός ότι η υγιεινή είναι η αιτία που διαμόρφωσε τους τρόπους συμπεριφοράς καταρρίπτεται ακόμη και στη σύγχρονη εποχή ─ τρώμε τις περισσότερες στερεές τροφές με πιρούνι, ωστόσο εξακολουθούμε να πιάνουμε το ψωμί με τα χέρια. Εάν οι τρόποι συμπεριφοράς a la table είχαν καθιερωθεί για να περιορίσουν την εξάπλωση των μικροβίων, στη σύγχρονη εποχή θα κόβαμε τους κουραμπιέδες με μαχαίρι και θα τρώγαμε τα πατατάκια με λαβίδες.

     Για να φτάσουμε στο πολιτισμικό σημείο όπου συμπεριφορές όπως το μάσημα με ανοιχτό στόμα, πλέον μας προκαλούν απώθηση, μεσολάβησαν κάποια ιστορικά  γεγονότα.

     Τα γεγονότα αυτά σηματοδότησαν την εξέλιξη να αισθανόμαστε αηδία και να οριοθετούμε την αισχύνη. Σύμφωνα με τον Νόμπερτ Ελίας[1], οι τρόποι συμπεριφοράς δεν αποτελούν υποπροϊόν των κοινωνικών και οικονομικών εξελίξεων∙ στην ουσία, οι τρόποι είναι η απαραίτητη προϋπόθεση για κοινωνική και οικονομική εξέλιξη.

Η Αυλή κοιτίδα εθιμοτυπίας

Οι περιπλανώμενοι πολεμιστές (με σημερινούς όρους θα τους χαρακτηρίζαμε κατσαπλιάδες) αυτού που σήμερα αποκαλούμε «ευρωπαϊκή δύση» κατέκτησαν με βία τεράστιες εκτάσεις γης∙ εδραίωσαν την επικράτειά τους και εγκαταστάθηκαν σ’ αυτή τη γη προκειμένου να κυβερνήσουν τα φέουδά τους. Οι πολεμιστές που κατέληξαν φεουδάρχες, μοιράζονταν εκτάσεις και εξουσία, όμως οι ιεραρχικές σχέσεις εξάρτησης διαμορφώνονταν και κατέληγαν στην Αυλή των τοπικών αρχόντων κάθε επικράτειας. Οι φεουδάρχες έγιναν Αυλικοί και οι κοινωνικές δομές άρχισαν να μεταβάλλονται. Οι Αυλικοί δεν αποκτούσαν κύρος μονάχα με μάχες σώμα με σώμα αλλά και με ευέλικτες κινήσεις στον κοινωνικό τόπο Αυλή. Επιδέξια λεκτικά σύνολα αντικατέστησαν τα όπλα, καθώς οι Αυλικοί-ευγενείς επεδίωκαν να κερδίσουν την εύνοια του άρχοντα, να διασφαλίζουνς συμμαχίες, να αποκρούουν επίδοξους αντιπάλους και να ανέλθουν στην τοπική ιεραρχία του αρχοντικού οίκου, η οποία ήταν άκρως ανταγωνιστική (κοινωνική) αρένα.

     Για να επιτευχθούν όλα αυτά, κάθε Αυλικός όφειλε να επικεντρωθεί όχι μονάχα στο εγώ, αλλά και στον άλλον. Κάθε φιλόδοξος Αυλικός προσάρμοζε, αναλόγως με τις βλέψεις του, τη συμπεριφορά του∙ ταυτοχρόνως, παρατηρούσε τη συμπεριφορά των γύρω του σε μια προσπάθεια να ερμηνεύσει τα κίνητρά τους και να προβλέψει τις κινήσεις τους. Επίσης, ο φιλόδοξος αυλικός όφειλε να έχει επίγνωση της κοινωνικής θέσης, της επιρροής και της οικονομικής κατάστασής του σε σύγκριση με τους ομότιμούς του. Μια λάθος λέξη, μια λάθος ενέργεια μπορούσαν να αποβούν καταστροφικές. Ακόμη, ο φιλόδοξος Αυλικός μας, όφειλε να διαθέτει ενσυναίσθηση, ώστε να μην προσβάλλει τους εν δυνάμει συμμάχους και να μην εξοργίζει τους εν δυνάμει εχθρούς του. Επομένως, η επιδέξια κοινωνική συμπεριφορά αποτελούσε καθοριστικό «βέλος» στην κοινωνική φαρέτρα.

     Από τη ζωή στην Αυλή ξεκίνησαν και εξελίχθηκαν οι σύγχρονοι κανόνες κοινωνικής συμπεριφοράς. Χάρις στον Φρανσουά ντε λα Ροσφουκώ και τον Μπαλτάσαρ Γκραθιάν[2], προέκυψε ο όρος ευγένεια (etiquette) που σήμαινε «τα ήθη της Αυλής».

     Η ευγένεια αποτελούσε κώδικα συμπεριφοράς που εξυπηρετούσε τους φεουδάρχες-ευγενείς ώστε να αποκτήσουν και να διατηρήσουν κύρος και εξουσία στο τοπικό βασίλειο του οποίου αποτελούσαν μέλη∙ επίσης, η ευγένεια, συνιστούσε κοινωνική ταυτότητα καθότι ήταν μέσο διάκρισης και διαχωρισμού της τάξης των ευγενών από την αστική και αγροτική τάξη οι οποίες βρίσκονταν χαμηλότερα στην κοινωνική ιεραρχία.

Οι κανόνες συμπεριφοράς αποτιμώνται σε κοινωνική κινητικότητα

Κατά την Αναγέννηση, η μεσαία τάξη αντιλήφθηκε τη σπουδαιότητα των τρόπων συμπεριφοράς γι’ αυτό και μέλη της άρχισαν να την υιοθετούν (έμποροι, κληρικοί και επαγγελματίες που επιθυμούσαν να ανέλθουν κοινωνικά). Τα μέλη που μυήθηκαν στους κανόνες συμπεριφοράς κατάφεραν να συναγελάζονται περισσότερο με τους γαιοκτήμονες αριστοκράτες ─ με τη διαφορά ότι οι ευγενείς επιδείκνυαν τρόπους από βιωματική εμπειρία, ενώ οι αστοί έπρεπε να τους μελετούν προκειμένου να τους εξασκήσουν. Κατά την Αναγέννηση, τα βιβλία τρόπων συμπεριφοράς είχαν μεγάλη απήχηση στους αστούς της μεσαίας τάξης που επιθυμούσαν να επισκέπτονται την Αυλή και να έρχονται σε επαφή με μέλη της κοινωνικά ανώτερης τάξης.

     Καθώς λοιπόν η μεσαία τάξη άρχισε να υιοθετεί τους εθιμοτυπικούς κώδικες συμπεριφοράς που ακολουθούσε η αριστοκρατία, οι τρόποι πλέον έπαψαν να αποτελούν κοινωνική ταυτότητα μιας ταξικής ελίτ. Στην προσπάθειά τους να διαχωρίζονται κοινωνικά, οι αριστοκράτες ακολούθησαν ακόμη πιο πολύπλοκους κώδικες συμπεριφοράς. Παρόλα αυτά, με τον καιρό, τα ανώτερα στρώματα της αστικής και έπειτα η μεσαία τάξη απλώς μιμήθηκαν το σύνολο κανόνων που ακολουθούσε η αριστοκρατία.

     Μολονότι η κοινωνική κινητικότητα που εξασφάλιζαν οι τρόποι συμπεριφοράς συνήθως υπήρξε ανοδική, ορισμένες φορές λειτουργούσε και αντιστρόφως ─ ιδίως στη βικτωριανή εποχή. Το μεταρρυθμιστικό σχέδιο της βικτωριανής εποχής περιλάμβανε διεύρυνση του εκλογικού σώματος∙ εκατομμύρια άνδρες – νέοι ψηφοφόροι εκτός από την πρωτόγνωρη δύναμη ψήφου, απέκτησαν την αίσθηση ότι είναι ισότιμοι με τους λίγους ελίτ. Αυτό οδήγησε στη σκέψη ότι η ευγένεια (η οποία κυρίως αναφερόταν στην αριστοκρατική καταγωγή) και ο προσδιορισμός τζέντλεμαν μπορούσαν να υπερβούν κοινωνική τάξη και πλέον να νοηματοδοτούν όχι κοινωνική τάξη αλλά κοινωνική συμπεριφορά. Αρκετοί άντρες της μεσαίας τάξης άρχισαν να θεωρούν εαυτόν υπέρμαχο αρετής και εθιμοτυπίας, σε αντίθεση με τους παρηκμασμένους, ματαιόδοξους και επιπόλαιους αριστοκράτες.

     Οι μεσοαστοί νέοι άντρες της βικτωριανής εποχής επεδείκνυαν σωφροσύνη σε θέματα διαχείρισης των οικονομικών και της σεξουαλικής ηθικής σε σύγκριση με τους αριστοκράτες συνομήλικούς τους. Πλέον, οι αστοί ήταν εκείνοι που επεδίωκαν να διαχωριστούν από την αριστοκρατία με άξονα τους κανόνες εθιμοτυπίας. Για τον λόγο αυτόν, οι κανόνες συμπεριφοράς της αστικής τάξης άρχισαν να επικεντρώνονται σε αυτό που είναι απαραίτητο συστατικό της παραγωγικής οικονομίας, την εργασία. Και ενώ η αριστοκρατία παλαιότερα καταφρονούσε την εργασία και υπερηφανευόταν για τον ελεύθερο χρόνο που απολάμβανε, πλέον, η εκτέλεση κάποιου είδους εργασίας, είτε φιλανθρωπικής είτε κερδοσκοπικής, έγινε θεμέλιο ευπρέπειας τόσο για τα εύπορα όσο και για τα φτωχότερα στρώματα. Έτσι, οι εθιμοτυπικοί κανόνες της αριστοκρατίας συμπιέστηκαν, η εθιμοτυπία της μεσαίας τάξης διευρύνθηκε, και τελικά, την κουλτούρα της εθιμοτυπίας ως συνδυασμό των δύο τάξεων, υιοθέτησαν και οι χαμηλότερες τάξεις (περίπου από το τέλος της βικτωριανής εποχής και έπειτα).

Εθιμοτυπία: απ’ τα δαχτύλια στα μαντήλια

Η εξέλιξη των τρόπων σε διάφορες εκφάνσεις της κοινωνικής συμπεριφοράς, αναδιαμόρφωσαν ριζικά την κοινωνική δομή της δυτικής ευρωπαϊκής κοινωνίας.

     Τον 16ο αιώνα, ο τρόπος με τον οποίο φυσούσε κάποιος τη μύτη τον διαχώριζε ταξικά. Τα χαμηλότερα στρώματα φύσαγαν τη μύτη τους δίχως μαντήλι. Κατά την περίοδο αυτή, ήταν κοινωνικά αποδεκτό τα μανίκια να αντικαθιστούν τα μαντήλια. Τα μέλη της ανώτερης τάξης όμως, έφεραν στην τσέπη τους μαντήλι. Τα μαντήλια με την πάροδο των αιώνων γίνονταν όλο και πιο δημοφιλή ─ έως ότου, την εποχή του ’50, στους ελληνικούς οδηγούς τρόπων καλής συμπεριφοράς, υπήρξε ο κανόνας, «αφού φυσήξετε στο μαντήλι σας μην κοιτάξετε μέσα για να δείτε τι βγήκε από τη μύτη σας»[3].

     Ακόμη, το εθιμοτυπικό που αφορά την αποβολή αποβλήτων εξελίχθηκε δραματικά. Στον πρώιμο Μεσαίωνα, οι άνθρωποι επισκέπτονταν υπαίθριους λάκκους, ακόμη και όταν οι εγκαταστάσεις διέθεταν ειδικούς χώρους για αυτή τη χρήση. Μάλιστα, όταν βρίσκονταν σε εσωτερικούς χώρους, οι άνθρωποι κατέφευγαν σε ντουλάπες, διαδρόμους ή σκάλες. Επίσης ήταν απολύτως αποδεκτή η πρακτική για τους άνδρες και τις γυναίκες να βλέπουν ο ένας τον άλλον καθώς αφόδευαν, μάλιστα ήταν σύνηθες να χαιρετούν και να συνομιλούν κατά τη διάρκεια της πράξης αυτής.

     Μέχρι τον 18ο αιώνα, τα βιβλία εθιμοτυπίας σύστηναν ότι σε περίπτωση που συναντούσατε κάποιον να αφοδεύει, θα έπρεπε να προσποιείστε ότι δεν τον βλέπετε και να συνεχίσετε τον δρόμο σας. Οι κοινόχρηστες τουαλέτες στην ύπαιθρο εξελίχθηκαν σε εσωτερικές θρονικές αίθουσες και σε δημόσιους θαλάμους οι οποίοι κλείδωναν και εντός των οποίων διασφαλιζόταν απόλυτη ιδιωτικότητα.

     Ακόμη, σε επίπεδο εθιμοτυπίας, το να πέρδεται κάποιος έχει περιέλθει διάφορα στάδια εξέλιξης. Κατά τον πρώιμο Μεσαίωνα, αυτή η ανάγκη υπήρξε αποδεκτή, καθώς θεωρούνταν ανθυγιεινό να καταπιέζεται. Από τον 16ο αιώνα τα βιβλία τρόπων συμπεριφοράς σύστηναν ότι πρέπει να γίνεται προσπάθεια η απελευθέρωση να γίνεται όσο το δυνατόν πιο αθόρυβα. Εάν ήταν αδύνατον να πέρδεται κάποιος αθόρυβα, η συμβουλή του Εράσμους[4] ήταν ο συγχρονισμός: «αφήστε τον βήχα να κρύψει τον εκρηκτικό ήχο».

     Σε κάθε περίπτωση, η εξέλιξη των τρόπων συμπεριφοράς, δεν αφορούσε μόνο τις σωματικές λειτουργίες. Οι εθιμοτυπικοί κανόνες αφορούσαν ό,τι θα μπορούσε να προσβάλλει οποιαδήποτε κοινωνική αλληλεπίδραση. Πλέον προβλέπονται κανόνες που αφορούν τη συζήτηση, την ένδυση, τις γιορτές, την εργασία, τον αθλητισμό.

     Καθώς περνούν τα χρόνια οι κώδικες συμπεριφοράς γίνονται όλο και πιο πολύπλοκοι, σε ορισμένες περιπτώσεις όλο και πιο άτεγκτοι. Ωστόσο, πρώιμοι και σύγχρονοι τρόποι συμπεριφοράς έχουν κοινά στοιχεία: μεταφέρουν ό,τι θεωρείται δυσάρεστο ή ζωώδες στο παρασκήνιο, επιτρέποντας κατά αυτόν τον τρόπο, ιδιωτικό χώρο. Επιπλέον, οι άνθρωποι μέσω των εθιμοτυπικών κανόνων καλούνται σε αυτοέλεγχο, συγκράτηση φυσικών παρορμήσεων και επίδειξη ενσυναίσθησης.

Η εθιμοτυπία χαίρει ευρείας αποδοχής

Η κουλτούρα των τρόπων συμπεριφοράς διαδόθηκε και άντεξε μέσα στους αιώνες. Είναι εύλογο τα χαμηλότερα κοινωνικά στρώματα να μιμούνται τα υψηλότερα ώστε να χαίρουν κοινωνικής αποδοχής και να ανέλθουν στην ιεραρχία . Αξιοπερίεργο είναι το γεγονός ότι οι ανώτερες τάξεις αποδέχτηκαν να ακολουθούν κοινούς συμπεριφορικούς κώδικες  με τα χαμηλότερα στρώματα. Το φαινόμενο εδράζεται στις οικονομικοπολιτικές και επιστημονικές αλλαγές στη δομή της κοινωνίας, οι οποίες άρχισαν να προκύπτουν ήδη από τον Μεσαίωνα, επιφέροντας μεταβολές στους κοινωνικούς σχηματισμούς.

     Μέχρι τον Μεσαίωνα, οι άνθρωποι, από ταξικής σκοπιάς, ζούσαν σχετικά ανεξάρτητες ζωές. Οι φτωχοί συνδεόταν έμμεσα με τους άρχοντές τους, έφτιαχναν, καλλιεργούσαν ή παζάρευαν όλα όσα χρειάζονταν, καταβάλλοντας κάποιο αντίτιμο σε είδος ή και χρήμα στον φεουδάρχη. Οι φεουδάρχες συντηρούνταν από την ιδιοκτησία τους και μπορούσαν να αποκτήσουν περισσότερη γη με τη χρήση βίας.

     Δεν απασχολούσε καμία κοινωνική τάξη εάν θα προσβάλει τους ομοίους της. Το αίσθημα της απώθησης δεν υπήρξε τρόπος με τον οποίο οι άνθρωποι δομούσαν τις σχέσεις τους. Η έντονη «κοινωνική ανησυχία» τους υπήρξε μήπως δεχτούν σωματική επίθεση και ηττηθούν, βασανιστούν ή σκλαβωθούν από έναν αντίπαλο.

     Για το λόγο αυτόν, οι άνθρωποι ασχέτως κοινωνικής τάξης υπήρξαν συναισθηματικά ευμετάβλητοι και συμπεριφορικά παρορμητικοί. Η ίδια η ύπαρξή τους ήταν τόσο αβέβαιη ώστε ζούσαν τη στιγμή, χωρίς να υπολογίζουν μελλοντικές συνέπειες. Καθώς όμως η κυβερνητική εξουσία άρχισε να συγκεντρώνεται και να παγιώνεται στα χέρια μιας ολιγαρχίας, αυτή η σταθερά δημιούργησε ένα νέο συναισθηματικό και κοινωνικό τοπίο, με αποτέλεσμα οι άνθρωποι να συνδέονται στενότερα και πιο μακροπρόθεσμα.

     Με το πέρασμα των αιώνων διαμορφώνονταν όλο και περισσότεροι θύλακες σταθερότητας∙ κατά συνέπεια, ο πληθυσμός, η παραγωγικότητα, το βιοτικό επίπεδο και η εργασιακή εξειδίκευση αυξάνονταν. Η αύξηση του καταμερισμού εργασίας και οι πολύπλοκες σχέσεις συναλλαγής μεταξύ των ατόμων, επιτάχυναν τη «διαδικασία εκπολιτισμού» με συνακόλουθη εξέλιξη των συμπεριφορικών προτύπων.

     Ο φόβος της σωματικής επίθεσης αντικαταστάθηκε από τον φόβο μήπως κάποιος ντροπιαστεί μπροστά σε άλλα άτομα. Υπό αυτή την έννοια, η εθιμοτυπία ως προς στην κοινωνική συμπεριφορά έγινε είδος όπλου και μέσο κοινωνικής ισχύος. Ο αγώνας για κύρος δεν διεξαγόταν πλέον στα πεδία της μάχης, αλλά στα πεδία της πολιτικής, της οικονομίας, της ακαδημαϊκής κοινότητας. Η συμπεριφορά δεν προσδιοριζόταν από εξωτερικές δυνάμεις αλλά από εσωτερικό έλεγχο∙ ευκαιρία για κοινωνική άνοδο είχε αυτός με την περισσότερη αυτοκυριαρχία.

Από την ευγένεια στον πολιτισμό

Οι εθιμοτυπικοί κανόνες ευγένειας που αρχικά συνιστούσαν πρότυπο κώδικα που υπαγόρευε τον τρόπο με τον οποίο τα άτομα που βρίσκονται χαμηλότερα στην κοινωνική ιεραρχία θα έπρεπε να συμπεριφέρονται στα άτομα των υψηλότερων στρωμάτων και πώς τα άτομα με κύρος θα έπρεπε να συμπεριφέρονται στους ομότιμούς τους, κατέληξε σύνολο συμπεριφορικών κανόνων που ήταν αναγακίο να ακολουθούν όλες οι τάξεις ανεξαρτήτως ποιόν συναναστρέφονταν.

     Η καθολικότητα του εθιμοτυπικού κώδικα συμπεριφοράς βοηθά τη λειτουργία της ελεύθερης αγοράς, προϋποθέσεις της οποία είναι η σταθερότητα και η προβλεψιμότητα∙ οι θεσμικοί φορείς, οι επιχειρήσεις και οι πολίτες είναι απαραίτο να ενεργούν με σταθερούς, προβλέψιμους τρόπους. Ακόμη, οι θεσμικοί φορείς προκειμένου να ασκούν εξουσία, είναι απαραίτητο να προάγουν τη διπλωματία ως μέσο πειθούς και καταστολής αντί για προσβολές και βία που επιφέρει αντίποινα και ακραίες αντιδράσεις εκ μέρους των εξουσιαζόμενων. Ακόμη, επιχειρήσεις και πολίτες προς διασφάλιση της ευημερίας χρειάζεται να αγνοούν τις παρορμήσεις τους και να σχεδιάζουν μακροπρόθεσμους στόχους.

     Οι τρόποι συμπεριφοράς είναι ουσιαστικά πρακτικές ώστε ο πολίτης, οι επιχειρήσεις και οι θεσμικοί φορείς να καλλιεργούν εγκράτεια και να παράγουν προνοητικότητα κάθε μέρα. Οι εθιμοτυπικοί κανόνες μας εκπαιδεύουν να σκεφτόμαστε τα στρατηγικά βήματα που θα κάνουμε στο άμεσο μέλλον, προβλέποντας συμπεριφορές που προκαλούν συνέπειες. Η συμπεριφορική εθιμοτυπία αποτελέι μια αόρατη μορφή ελέγχου με διπλό αποδέκτη: τον αυτοέλεγχο και τον έλεγχο των άλλων μέσω στρατηγικού ζυγιάσματος αιτίου – αποτελέσματος.

     Στους σύγχρονους κοινωνικούς σχηματισμούς ο αυτοέλεγχος είναι το τίμημα της επιτυχίας, και ο έλεγχος των άλλων μέσω στρατηγικής πρόβλεψης, είναι ο κοινωνικός και οικονομικός άξονας επάνω στον οποίο δομείται και αναπτύσσεται ο σύγχρονος κόσμος.

Εάν οι τρόποι έφτιαξαν τον σύγχρονο κόσμο, η αγένεια μπορεί να τον καταρρίψει;

Ο εθιμοτυπικός κώδικας τρόπων θεμελίωσε το καπιταλιστικό σύστημα ή το καπιταλιστικό σύστημα προκάλεσε τη θέσπιση συμπεριφορικών προτύπων; Η αλήθεια είναι ότι καπιταλισμός και τρόποι αλληλοτροφοδοτούνται και αλληλοενισχύονται. Πρόκειται για δύο συστατικά απαραίτητα προκειμένου να ευδοκιμήσει το σύστημα.

     Αυτό εγείρει το ερώτημα: εάν οι τρόποι δημιούργησαν τον σύγχρονο κόσμο, η κατάργησή τους θα μπορούσε να τον γκρεμίσει, φέρνοντάς μας τελικά πίσω σε μια κοινωνία με μεσαιωνικές συμπεριφορές;

     Στον Μεσαίωνα δεν υπήρξε ιδιαίτερη συμπεριφορική απόσταση μεταξύ παιδιών και ενηλίκων∙ νέοι και ηλικιωμένοι ντύνονταν παρόμοια, μιλούσαν παρόμοια, απασχολούνταν σε παρόμοιες εργασίες. Τα παιδιά έμοιαζαν περισσότερο με ενήλικες σε σύγκριση με τον ηλικιακό διαχωρισμό του σύγχρονου κόσμου.

     Η εφεύρεση της τυπογραφίας υπήρξε μια από τις τεχνολογικές εξελίξεις που επέφεραν κοινωνική μεταβολή: η παιδική ηλικία αποτέλεσε διακριτό στάδιο της ζωής προκειμένου να δοθεί ο εκπαιδευτικός χρόνος κατά τον οποίο τα παιδιά θα μάθαιναν πειθαρχία και αυτοέλεγχο ─ στοιχεία απαραίτητα προκειμένου να μελετήσουν και να αποστηθίσουν όλο και πιο δύσκολες θεωρητικές και μαθηματικές έννοιες. Ουσιαστικά, κύριο μέρος της εκπαίδευσης είναι η εκμάθηση τρόπων. Η εκπαίδευση μυεί βήμα – βήμα τους ανθρώπους στην κοινωνία των κανόνων συμπεριφοράς όπου όποιος δεν πειθαρχεί είτε τιμωρείται είτε απορρίπτεται από το κοινωνικό σύνολο. Το παιδί μαθαίνει από μικρή ηλικία ότι για να διεκδικήσει μελλοντικά τη θέση του στην αγορά εργασίας χρειάζεται να είναι προνοητικό και να διαθέτει αυτοέλεγχο.     

Συμπεριφορική καμπή versus συμπεριφορική εξέλιξη

Ο άνθρωπος ορισμένες φορές έχει ανάγκη να χαλαρώνει. Και η χαλάρωση μέσα στις άτεγκτες δομές ενός ισχυρού συστήματος που συστήνει και επιβραβεύει τον έλεγχο καθώς και τον αυτοέλεγχο είναι αδύνατη.

     Εκτός από την έμφυτη ανάγκη για χαλάρωση, ο άνθρωπος φέρει έντονα μέσα του την επιθυμία για συνύπαρξη, αποδοχή και επιβράβευση. Για όσο διάστημα θα χρειαζόμαστε φίλους και σύντροφο, για όσο διάστημα θα χρειαζόμαστε στέγη και τροφή, θα εξακολουθούμε ─άλλοτε με λιγότερη, άλλοτε με περισσότερη προθυμία─ να διεκδικούμε την καλή μαρτυρία των γύρω, να προβλέπουμε τις κινήσεις του συνάδελφου ή του ανταγωνιστή, να επιδιώκουμε την εύνοια του εργοδότη προκειμένου να διεκδικήσουμε αγάπη, κύρος, θέση με καλύτερες απολαβές στην αγορά εργασίας. Η κοινωνική εκπαίδευση του να είμαστε αρεστοί ξεκινά από πολύ νωρίς, στα πρώτα στάδια τις παιδικής ζωής, εξελίσσεται αδιάκοπα και παρεισφρύει ακόμη και στις πλέον μύχιες σκέψεις της ενήλικης. Παρά τα έντονα φαινόμενα λεκτικής και συμπεριφορικής βίας, παρά τη συρρίκνωση και συμπύκνωση των οδηγών καλής συμπεριφοράς, ο ψυχισμός μας μέσα στους αιώνες έχει συσταθεί κατά τέτοιον τρόπο, ώστε ανά πάσα στιγμή γινόμαστε μύστες, καλοί αγωγοί και προασπιστές του κοινωνικού συμβολαίου.


[1] Νόμπερτ Ελίας [Norbert Elias; 1897-1990]: Πολωνός κοινωνιολόγος.

[2] Φρανσουά ντε λα Ροσφουκώ [Francois de la Rochefoucauld; (1613- 1680)] Γάλλος ευγενής και συγγραφέας. Μπαλτάσαρ Γκραθιάν [Baltasar Gracian; (1601 – 1658)]: Ισπανός ιησουίτης ιερέας και συγγραφέας.

[3] Ζουμπουλίδης Κώστας Σαβουάρ βιβρ: Οδηγός καλής συμπεριφοράς προσαρμοσμένος στα ελληνικά ήθη και έθιμα (1948) Οίκος Μιχ. Σαλιβέρου Α.Ε.

[4] Ντεζιντέριους Εράσμους [Desiderius Erasmus Roterodamus; (1466 –1536)]: Ολλανδός φιλόσοσφος και θεολόγος. Έγραψε το εγχειρίδιο Περί διαγωγής των παίδων [De civilitate morum puerilium]∙ το έργο αυτό πρωτοκυκλοφόρησε το 1530.

Write first comment

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *