Ένας μικρός τόμος με έξι διηγήματα από έξι σπουδαίους της ρωσικής πεζογραφίας. Το βιβλίο ξεκινά με την πασίγνωστη «Ντάμα Πίκα» του Πούσκιν. Ο Πούσκιν (1799-1837) είναι για τη ρωσική λογοτεχνία ό,τι ο Σολωμός για την ελληνική∙ όμως εκτός από «εθνικός ποιητής» της Ρωσίας υπήρξε εκείνος ο οποίος καλλιέργησε το διήγημα και δημιούργησε υπέροχα πρότυπα για τους συνεχιστές του. Χωρίς αυτόν πιθανόν να μην είχε εμφανισθεί ο Γκόγκολ κι έπειτα όλοι οι άλλοι μεγάλοι της ρωσικής κλασικής πεζογραφίας.
Το δεύτερο διήγημα του τόμου ανήκει στον Λέοντα Τολστόι (1828-1910). Μπορεί ο Τολστόι να κέρδισε την αθανασία με τα σπουδαία του μεγάλα μυθιστορήματα («Πόλεμος και ειρήνη», «Άννα Καρένινα», «Ανάσταση»), ωστόσο τα διηγήματά του καταδεικνύουν ότι ο γίγαντας αυτός της ρωσικής λογοτεχνίας μπορούσε να «πει» αυτό που ήθελε χρησιμοποιώντας και τη μικρή πρόζα. Να θυμηθούμε ότι και ο Ντοστογιέφσκι δίπλα στα μεγάλα του και πολυ-διαβασμένα μυθιστορήματα έδωσε δείγματα του αστείρευτου ταλέντου του σε μικρότερα έργα, νουβέλες και διηγήματα.
Για τον Άντον Τσέχωφ (1860-1904) τα πράγματα είναι βέβαια διαφορετικά. Ο Τσέχωφ είναι ο μαιτρ του διηγήματος και ευτυχώς ο έλληνας αναγνώστης έχει την ευκαιρία να τον απολαύσει μέσα από τις πολλές και αξιόλογες μεταφράσεις διηγημάτων του στη χώρα μας. Τα αμέτρητα διηγήματα του Τσέχωφ είναι ένας θησαυρός για την παγκόσμια λογοτεχνία και ένα «καταφύγιο» ανάγνωσης για κάθε έναν που αρέσκεται στη ρωσική πεζογραφία. Από τους κατοπινούς του μόνο ο Μπουλγκάκοφ συνδύαζε ίσως τη θεατρική ιδιοφυία με τη λογοτεχνική δεινότητα.
Ο Μαξίμ Γκόρκι (1868-1936) βρίσκεται στο μεταίχμιο της προεπαναστατικής και της μετεπαναστατικής Ρωσίας. Και μολονότι το όνομα του συνδέθηκε με τα πρώτα χρόνια της σοβιετικής εξουσίας αλλά και του σταλινισμού, το κύριο (και ασφαλώς καλύτερο) μέρος του έργου του αναφέρεται στην προεπαναστατική Ρωσία και κάτι παραπάνω: ακόμα και μετά την οκτωβριανή επανάσταση ο Γκόρκι «επέμενε» για γράφει για αυτό που ήξερε καλύτερα από κάθε άλλον, δηλ. την εξαθλίωση των φτωχών συμπατριωτών του στα χρόνια του τσαρισμού. Από το τεράστιο έργο του ξεχωρίζουμε την αυτοβιογραφική τριλογία του («Παιδικά χρόνια», «Στα ξένα χέρια», «Τα πανεπιστήμια μου»), που τη συνιστούμε ως το καλύτερο και σίγουρα περισσότερο αντιπροσωπευτικό έργο του.
Ο τόμος παίρνει τον τίτλο του από το ομώνυμο διήγημα του Αλεξάντρ Κούπριν (1870-1938). Ο Κούπριν είναι μια ενδιαφέρουσα περίπτωση συγγραφέα∙ συνομήλικος του Ιβάν Μπούνιν, έφυγε και αυτός για τη Δύση μετά την επανάσταση, όμως επέστρεψε στη Σοβιετική Ένωση λίγο πριν το θάνατό του. Το διήγημα «Ο βάλτος» είναι συγκλονιστικό, καθώς μιλά για ανθρώπους εξαθλιωμένους που κυριολεκτικά ζουν στο βάλτο, που είναι ταυτόχρονα και βάλτος της ανθρώπινης κοινωνίας..
Το βιβλίο κλείνει με ένα διήγημα του Λεονίντ Αντρέγιεφ (1871-1919), ο οποίος έχει δώσει κάποια πολύ σπουδαία έργα, ανάμεσά τους «Οι επτά κρεμασμένοι»που καταπλήσσει με την ατμόσφαιρα θανάτου που αναδίδει ή το εξαιρετικό μυθιστόρημα «Σάσκα Ζιγκουλιόφ», ή ακόμα το σκληρότατο εκείνο«Η ζωή του Βασίλι Φιβέισκι», που είναι δύσκολο να το διαβάσει κανείς ως το τέλος χωρίς να αισθανθεί ένα κόμπο στο στομάχι. Το σκοτάδι, η άβυσσος, το έρεβος είναι λέξεις-εικόνες-έννοιες συνδεδεμένες με το έργο του Αντρέγιεφ.
Πληροφορίες: Ο βάλτος (και άλλα ρωσικά διηγήματα) – εκδόσεις Γλάρος, Συγγραφείς: Αλεξάντρ Κούπριν, Λεονίντ Αντρέγιεφ, Αλέξανδρος Πούσκιν, Λέον Τολστόι, Αντον Τσέχωφ, Μαξίμ Γκόρκι. Μετάφραση από τα ρωσικά: Κίρα Σίνου, χρονολογία έκδοσης: 1988
Αφήστε μια απάντηση